Στην παρθενική του εμφάνιση στην Ελλάδα, λοιπόν, ο 45χρονος Καναδός δικαίωσε τη φήμη μου, με ένα 90λεπτο σόου το οποίο σημαδεύτηκε από την εκφραστικότητα και το πλήρως επικοινωνιακό του ύφος, καθώς και από πολύ καλής ποιότητας ήχο, του οποίου το κοντρόλ γινόταν από τον κάτω όροφο του Fuzz Club και όχι από τον πάνω, όπως συνηθίζεται.
Από τη μεριά τους, οι MOTHER OF MILLIONS που ανέλαβαν να ανοίξουν τη βραδιά, αποδείχθηκαν, όπως πάντα, “λίρα εκατό”, τόσο λόγω της δεδομένης αξίας τους, όσο και του μουσικού τους ύφους, που πλησιάζει σε αρκετά σημαντικό βαθμό τα έργα και ημέρες του Devin Townsend.
Αποτελώντας, λοιπόν, ίσως την ιδανικότερη εγχώρια επιλογή για opening act της συγκεκριμένης συναυλίας και βρισκόμενοι προ των πυλών της νέας τους κυκλοφορίας με τίτλο “Sigma”, οι Αθηναίοι έδωσαν για 45 λεπτά τον καλύτερό τους εαυτό, προσφέροντάς μας στιγμές από το άλμπουμ “Human” του 2014, καθώς και τραγούδια που περιλαμβάνονται στον επερχόμενο δίσκο τους, με κορυφαία στιγμή το sing-along του κοινού στο επιβλητικό 10λεπτο κλείσιμο με το “Human”.
Μετά το ημίωρο changeover, οι DEVIN TOWNSEND PROJECT ανέβηκαν στη σκηνή του μισογεμάτου Fuzz μέσα σε αποθέωση, βάζοντάς μας απευθείας στο κλίμα με το “Rejoice”, το πανέμορφο “Night” και το “Stormbending”.
Σε μια από τις πλέον οπαδικές συναυλίες των τελευταίων χρόνων, οι Καναδοί προκαλούσαν ξεσηκωμό σε κάθε τους τραγούδι, την ίδια ώρα που ο HevyDevy δεν σταμάτησε να απευθύνεται με χιούμορ και αυτοσαρκασμό στο κοινό, μιλώντας για το tape που του κόλλησε στο παπούτσι, τα εισιτήρια που δεν κόπηκαν στη συναυλία, τις βρισιές που τον κάνουν να φαίνεται σκληρός, την απώλεια μνήμης μετά από ένα μήνα συναυλιακού διαλείμματος και την επίμονη προσπάθειά του να μάθει να προφέρει το “ευχαριστώ”.
Πέρα, όμως, από την αδιαμφισβήτητη διάθεση που μας δημιούργησε ο Devin Townsend, ανέβασε πολύ ψηλά τον πήχη και στο καθαρά μουσικό κομμάτι, με την εξαιρετική φόρμα στην οποία βρέθηκαν τα πολυποίκιλα φωνητικά του, κατά τη διάρκεια του “Failure”, του “Where We Belong”, του “Deadhead”, που υπήρξε και η κορυφαία στιγμή του live, του “Ziltoid Goes Home”, του “March of the Poozers” και του “Kingdom”, όπως και των “Hyperdrive!” και “Supercrush!”, στα οποία αντικατέστησε περίφημα την Anneke van Giersbergen.
Το κέφι συνεχίστηκε αμείωτο ως το τέλος, με τον Devin να… αποκαλύπτει πως το γκρουπ του θα προσποιηθεί αποχώρηση αλλά θα επιστρέψει στη σκηνή, για να ακολουθήσει “τρολάρισμα” ένθεν κακείθεν (“we want more” το κοινό, “this is amazing” ο Townsend), πριν τη σόλο ακουστική εκτέλεση του “Ih-ah!”, με ολίγον από Bryan Adams και Summer of ’69 στην αρχή, καθώς και το θαυμάσιο ρίξιμο αυλαίας με το “Higher”.
Έχοντας ως σταθερούς συνεργάτες, κάμποσα χρονάκια τώρα, τον Ryan van Poederooyen στα ντραμς, τον Dave Young στην κιθάρα, τον Mike St. Jean στα πλήκτρα καθώς και τον Brian Waddell στο μπάσο, για τα 47α γενέθλια του οποίου το κοινό τραγούδησε το “happy birthday” ελληνιστί, ο Devin Townsend μας προσέφερε μια μοναδική εμπειρία, που συνδύασε την εκπληκτική του ετοιμότητα επί σκηνής, με τη γεμάτη από σκοτεινά αλλά και φωτεινά χρώματα μουσική του παλέτα.
Σ’ αυτό το σημείο, τέλος, να αναφερθεί πως το πρόγραμμα της συναυλίας, το οποίο και τηρήθηκε ευλαβικά, ήταν στημένο με βάση την κυκλοφορία των Μ.Μ.Μ. και το εργάσιμο της επόμενης ημέρας (λήξη στις 23:30), και όχι σαν να επρόκειτο για trance party. Καλό είναι να τα αναφέρουμε αυτά, μήπως κάποια στιγμή τα δούμε να συμβαίνουν σε όλες τις συναυλίες.
* Φωτογραφίες: Γιάννης Νέγρης